Μάσσιαλλα!
Μάσσιαλλα σ’ ούλον το χωρκό, για το μουσείον πού’σιει,
Να ρκουνται ξένοι τζιαι δικοί, τζιείν’ τη ζωή να δούσιν,
Τους πρωτινούς τα βάσανα μαζίν ν αναπολόυσιν,
Να βρέθουνται συχνά πυκνά να κάμνουσιν τζιιμπούσιιν.
Μάσσιαλλα του Ηλία μου, για το κατόρθωμάν του,
Ανάδειξεν τον τόπο του, μαζίν με τ’ όνομάν του.
Εδούλεψεν τζιαι έδρωσε, μερόνυχτα, για χρόνια,
Τζι’ έφερεν ούλους τους κοντά, παππούδες με τ’ αγγόνια.
Εμέ θα μ’ έσιει δίπλα του πάντα του στο στασίδι,
Να αντικόφκω τα κακά με κουφτερό ψαλίδι.
Θκιώχνω του λλία κάχρια που κάμνει μες στον κόπο,
Να νοιώθω άξια τζι’ εγιώ, στα μμάθκια των ανθρώπων.
Γιατί χαρκιέστε έμεινα κοντά τους μες στ’ αλώνια;
Έτσι πελλόν δεν έβρισκα στον κόσμον σσιίλλια χρόνια.
Τ.Τ.Λ.2008 |